Greek Meaning of saintism
αγιότητα
Other Greek words related to αγιότητα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of saintism
- saintish => άγιος
- sainting => αγιοποίηση
- sainthood => Αγιότητα
- saintess => αγία
- sainted => άγιος
- saintdom => αγιότητα
- saint-bernard's-lily => Κρίνος του Αγίου Βερνάρδου
- saint vitus dance => Χορός του Αγίου Βίτου
- saint vincent and the grenadines => Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες
- saint vincent => Άγιος Βικέντιος
- saint-john's-bread => χαρούπι
- saintlike => άγιος
- saintliness => Αγιότητα
- saintly => άγιος
- saint-mihiel => Σαιν Μιχιέλ
- saintologist => Σαϊεντολόγος
- saintpaulia => Άγιος Παυλίας
- saintpaulia ionantha => Αφρικανική βιολέτα, Άφρικα
- saint's day => Ημέρα εορτής αγίου
- saints peter and paul => Απόστολοι Πέτρος και Παύλος
Definitions and Meaning of saintism in English
saintism (n.)
The character or quality of saints; also, hypocritical pretense of holiness.
FAQs About the word saintism
αγιότητα
The character or quality of saints; also, hypocritical pretense of holiness.
No synonyms found.
No antonyms found.
saintish => άγιος, sainting => αγιοποίηση, sainthood => Αγιότητα, saintess => αγία, sainted => άγιος,