Greek Meaning of saintdom
αγιότητα
Other Greek words related to αγιότητα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of saintdom
- saint-bernard's-lily => Κρίνος του Αγίου Βερνάρδου
- saint vitus dance => Χορός του Αγίου Βίτου
- saint vincent and the grenadines => Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες
- saint vincent => Άγιος Βικέντιος
- saint valentine's day => Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου
- saint ulmo's light => Φωτιά του Αγίου Ελμού
- saint ulmo's fire => Φωτιά του Αγίου Ελμού
- saint thomas aquinas => Θωμάς Ακινάτης
- saint thomas a becket => Θωμάς Μπέκετ
- saint thomas => Άγιος Θωμάς
Definitions and Meaning of saintdom in English
saintdom (n.)
The state or character of a saint.
FAQs About the word saintdom
αγιότητα
The state or character of a saint.
No synonyms found.
No antonyms found.
saint-bernard's-lily => Κρίνος του Αγίου Βερνάρδου, saint vitus dance => Χορός του Αγίου Βίτου, saint vincent and the grenadines => Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες, saint vincent => Άγιος Βικέντιος, saint valentine's day => Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου,