FAQs About the word saccharimetrical

σακχαριμετρικός

Of or pertaining to saccharimetry; obtained by saccharimetry.

No synonyms found.

No antonyms found.

saccharimeter => Σακχαρίμετρο, saccharilla => σακχαρίνη, saccharifying => σακχαροποίηση, saccharify => ζακχαροποιώ, saccharified => σακχαρωμένος,