FAQs About the word romist

Ρωμαιοκαθολικός

A Roman Catholic.

No synonyms found.

No antonyms found.

romish => Ρωμαιοκαθολικός, romic => ρωμαϊκό, romeward => προς τη Ρώμη, romeo => Ρωμαίος, romekin => ραμεκίν,