Greek Meaning of rhonchal
υγρό ρόγχο
Other Greek words related to υγρό ρόγχο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of rhonchal
- rhombus => Ρόμβος
- rhomboid-ovate => ρόμβοειδές-ωοειδές
- rhomboideus major muscle => ρομβοειδής ραχιαίος μυς
- rhomboides => ρόμβοι
- rhomboidal => λομβοειδής
- rhomboid muscle => Ρομβοειδής μυς
- rhomboid minor muscle => Μικρός λοξός θωρακικός
- rhomboid => ρόμβος
- rhombohedron => Ρομβοεδρικός
- rhombohedric => ρομβοεδρικός
Definitions and Meaning of rhonchal in English
rhonchal (a.)
Rhonchial.
FAQs About the word rhonchal
υγρό ρόγχο
Rhonchial.
No synonyms found.
No antonyms found.
rhombus => Ρόμβος, rhomboid-ovate => ρόμβοειδές-ωοειδές, rhomboideus major muscle => ρομβοειδής ραχιαίος μυς, rhomboides => ρόμβοι, rhomboidal => λομβοειδής,