Greek Meaning of respiratory tract
Αναπνευστικό σύστημα
Other Greek words related to Αναπνευστικό σύστημα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of respiratory tract
- respiratory system => αναπνευστικό σύστημα
- respiratory syncytial virus => Αναπνευστικός συγκυτιακός ιός
- respiratory rate => αναπνευστικός ρυθμός
- respiratory quotient => Αναπνευστικός λόγος
- respiratory organ => Αναπνευστικό όργανο
- respiratory infection => Αναπνευστική λοίμωξη
- respiratory illness => αναπνευστική νόσος
- respiratory distress syndrome of the newborn => Σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας του νεογνού
- respiratory distress syndrome => Σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας
- respiratory disorder => αναπνευστική διαταραχή
Definitions and Meaning of respiratory tract in English
respiratory tract (n)
the passages through which air enters and leaves the body
FAQs About the word respiratory tract
Αναπνευστικό σύστημα
the passages through which air enters and leaves the body
No synonyms found.
No antonyms found.
respiratory system => αναπνευστικό σύστημα, respiratory syncytial virus => Αναπνευστικός συγκυτιακός ιός, respiratory rate => αναπνευστικός ρυθμός, respiratory quotient => Αναπνευστικός λόγος, respiratory organ => Αναπνευστικό όργανο,