FAQs About the word resolutionist

αναλυσιάρχης

One who makes a resolution.

No synonyms found.

No antonyms found.

resolutioner => προτείνοντας ψήφισμα, resolution => ψήφισμα, resoluteness => αποφασιστικότητα, resolutely => αποφασιστικά, resolute => αποφασισμένος,