Greek Meaning of replumbing
Υδραυλικές Εγκαταστάσεις
Other Greek words related to Υδραυλικές Εγκαταστάσεις
Nearest Words of replumbing
Definitions and Meaning of replumbing in English
replumbing
to plumb (something) again, to supply (something) with new plumbing
FAQs About the word replumbing
Υδραυλικές Εγκαταστάσεις
to plumb (something) again, to supply (something) with new plumbing
μέτρηση,υδραυλικός,κλιμάκωση,καλύπτοντας,μέτρηση,Μέτρηση βάθους,ήχος
No antonyms found.
replumbed => αναπληρωμένος, replumb => Αλλάζω την υδραυλική εγκατάσταση, replicating => πολλαπλασιασμός, replicas => αντίγραφα, replants => Επαναφυτεύει,