Greek Meaning of renderable

δυνατότητα απόδοσης

Other Greek words related to δυνατότητα απόδοσης

Definitions and Meaning of renderable in English

Webster

renderable (a.)

Capable of being rendered.

FAQs About the word renderable

δυνατότητα απόδοσης

Capable of being rendered.

παραδίδω,παραιτούμαι,παράδοση,εγκαταλείπω,παραχωρώ,δεσμεύω,βήχω (ρήμα),εμπιστεύομαι,εγκαταλείπω,Παραδώσω

κρατάω,διατηρώ,παρακράτηση

render => Αποδίδω, rend => σκίζω, rencountering => Συνάντηση, rencountered => συναντώ, rencounter => συνάντηση,