FAQs About the word puffiness

οίδημα

an abnormal protuberance or localized enlargement, lack of elegance as a consequence of being pompous and puffed up with vanity

Αναπνοή,αεράκι,αέρας,χτύπημα,ανεμίζω,ανάσα,άνεμος,ζέφυρος,ροή αέρα,έκρηξη

Ήρεμος

puffin => θαλασσοκόρακας, puffery => Φουσκωσιά, pufferfish => Σκαφάρι, puffer => ρυθμιστικό διάλυμα, puffed wheat => Φουσκωμένο σιτάρι,