Greek Meaning of public nudity
public nudity
Other Greek words related to public nudity
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of public nudity
- public mover => Δημόσιο μεταφορικό μέσο
- public library => δημόσια βιβλιοθήκη
- public lecture => δημόσια διάλεξη
- public law => Δημόσιο δίκαιο
- public lavatory => Δημόσια τουαλέτα
- public knowledge => Δημόσια γνώση
- public housing => Κοινωνική κατοικία
- public house => Ταβέρνα
- public holiday => αργία
- public figure => Δημόσιο πρόσωπο
- public nuisance => Δημόσιο αδίκημα
- public office => δημόσιο αξίωμα
- public opinion => δημόσια γνώμη
- public opinion poll => Δημοσκόπηση
- public presentation => Δημόσια παρουσίαση
- public press => δημόσιος τύπος
- public property => Δημόσια περιουσία
- public prosecutor => εισαγγελέας
- public relations => δημόσιες σχέσεις
- public relations man => Υπεύθυνος Δημοσίων Σχέσεων
Definitions and Meaning of public nudity in English
public nudity (n)
vulgar and offensive nakedness in a public place
FAQs About the word public nudity
Definition not available
vulgar and offensive nakedness in a public place
No synonyms found.
No antonyms found.
public mover => Δημόσιο μεταφορικό μέσο, public library => δημόσια βιβλιοθήκη, public lecture => δημόσια διάλεξη, public law => Δημόσιο δίκαιο, public lavatory => Δημόσια τουαλέτα,