Greek Meaning of potassium bitartrate
Διτρυγικό κάλιο
Other Greek words related to Διτρυγικό κάλιο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of potassium bitartrate
- potassium bicarbonate => Ανθρακικό κάλιο
- potassium alum => Κάλιο αργίλιο
- potassium acid carbonate => Διττανθρακικό κάλιο
- potassium => Κάλιο
- potash muriate => Χλωριούχο κάλιο
- potash alum => Στυπτηρία
- potash => Κάλιο
- potamophis striatula => potamophis striatula
- potamophis => Υδροφίδια
- potamogetonaceae => Ποταμογετωνίδαι
- potassium bromide => Βρωμιούχο κάλιο
- potassium carbonate => ανθρακικό κάλιο
- potassium chloride => Χλωριούχο κάλιο
- potassium dichromate => Διοξείδιο του χρωμίου
- potassium ferrocyanide => κυανοσιδήριο κάλιο
- potassium hydrogen carbonate => Υδρογονανθρακικό κάλιο
- potassium hydrogen tartrate => Τρυγικό οξύ κάλιου
- potassium hydroxide => υδροξείδιο του καλίου
- potassium iodide => Ιωδιούχο κάλιο
- potassium muriate => Χλωριούχο κάλιο
Definitions and Meaning of potassium bitartrate in English
potassium bitartrate (n)
a salt used especially in baking powder
FAQs About the word potassium bitartrate
Διτρυγικό κάλιο
a salt used especially in baking powder
No synonyms found.
No antonyms found.
potassium bicarbonate => Ανθρακικό κάλιο, potassium alum => Κάλιο αργίλιο, potassium acid carbonate => Διττανθρακικό κάλιο, potassium => Κάλιο, potash muriate => Χλωριούχο κάλιο,