FAQs About the word pigeon-hearted

Περιστεριώδης

Timid; easily frightened; chicken-hearted.

No synonyms found.

No antonyms found.

pigeonfoot => Περιστερά πόδια, pigeon-breasted => στήθος περιστεριού, pigeon toes => στραβόποδα, pigeon pea => Μπιζέλι γιγάντιο, pigeon loft => Περιστερώνας,