Greek Meaning of photographic
Φωτογραφικό
Other Greek words related to Φωτογραφικό
Nearest Words of photographic
- photographer's model => Μοντέλο φωτογράφου
- photographer => φωτογράφος
- photographed => φωτογραφημένο
- photograph album => Φωτογραφικό άλμπουμ
- photograph => Φωτογραφία
- photogrammetry => Φωτογραμμετρία
- photogrammeter => Φωτογραμμετρητής
- photogram => Φωτογράφημα
- photoglyptic => φωτογλυπτική
- photoglyphy => Фотоглифия
- photographic camera => κάμερα
- photographic density => Φωτογραφική πυκνότητα
- photographic emulsion => Φωτογραφικό γαλάκτωμα
- photographic equipment => Φωτογραφικός εξοπλισμός
- photographic film => Φωτογραφική ταινία
- photographic material => Φωτογραφικό υλικό
- photographic paper => Φωτογραφικό χαρτί
- photographic plate => Φωτογραφική πλάκα
- photographic print => Φωτογραφικό αντίγραφο
- photographical => φωτογραφικός
Definitions and Meaning of photographic in English
photographic (a)
relating to photography or obtained by using photography
photographic (s)
representing people or nature with the exactness and fidelity of a photograph
photographic (a.)
Alt. of Photographical
FAQs About the word photographic
Φωτογραφικό
relating to photography or obtained by using photography, representing people or nature with the exactness and fidelity of a photographAlt. of Photographical
γραφικός,Γραφικός,εικονογραφικός,βίντεο,οπτικός,σχεδιασμένο,εικονογραφικός,εικονογραφικός,εικονογραφικός,εικονογραφικός
No antonyms found.
photographer's model => Μοντέλο φωτογράφου, photographer => φωτογράφος, photographed => φωτογραφημένο, photograph album => Φωτογραφικό άλμπουμ, photograph => Φωτογραφία,