Greek Meaning of periodontic
περιοδοντικός
Other Greek words related to περιοδοντικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of periodontic
- periodontia => περιοδοντία
- periodontal disease => περιοδοντίτιδα
- periodontal => περιοδοντικός
- periodide => Περιοδίδιο
- periodicity => περιοδικότητα
- periodicities => περιοδικότητες
- periodicalness => περιοδικότητα
- periodically => περιοδικά
- periodicalist => περιοδικός
- periodical cicada => περιοδική τζιτζίκα
Definitions and Meaning of periodontic in English
periodontic (a)
of or relating to or involving or practicing periodontics
FAQs About the word periodontic
περιοδοντικός
of or relating to or involving or practicing periodontics
No synonyms found.
No antonyms found.
periodontia => περιοδοντία, periodontal disease => περιοδοντίτιδα, periodontal => περιοδοντικός, periodide => Περιοδίδιο, periodicity => περιοδικότητα,