FAQs About the word patchingly

διάσπαρτα

Knavishy; deceitfully.

No synonyms found.

No antonyms found.

patching => patch, patchiness => Ανισότητα, patchily => με μπαλώματα, patcher => Πρόγραμμα εγκατάστασης ενημερώσεων κώδικα, patched => μπαλωμένο,