Greek Meaning of paragliding
Παραπέντε
Other Greek words related to Παραπέντε
Nearest Words of paragliding
Definitions and Meaning of paragliding in English
paragliding (n)
gliding in a parasail
FAQs About the word paragliding
Παραπέντε
gliding in a parasail
Αεροπορία,αεροστατική,ολίσθηση,αλεξίπτωτο πλαγιάς,Ανυψωτική,αεροπορία,πτήση,Αετοπτερισμός,ιπτάμενος
No antonyms found.
paragenic => παραγενικός, paragenesis => παραγένεση, parage => παράγιο, parafovea => παραφωβέα, paraffine => Παραφίνη,