Greek Meaning of over-correct
υπερδιορθώνω
Other Greek words related to υπερδιορθώνω
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of over-correct
- overcostly => υπερβολικά ακριβό
- overcount => υπερμέτρηση
- overcover => Καλύπτω πάρα πολύ
- overcredulity => υπερβολική ευπιστία
- overcredulous => υπερβολικά ευκολόπιστος
- overcritical => υπερβολικά επικριτικός
- overcrop => Υπερκαλλιέργεια
- overcrossing => υπέργεια διάβαση
- overcrow => υπερπληθής
- overcrowd => συνωστισμός
Definitions and Meaning of over-correct in English
over-correct (v)
make excessive corrections for fear of making an error
FAQs About the word over-correct
υπερδιορθώνω
make excessive corrections for fear of making an error
No synonyms found.
No antonyms found.
overcook => Υπερβολικό ψήσιμο, overconfidence => υπερβολική αυτοπεποίθηση, overcompensation => Υπερβολική αποζημίωση, overcompensate => υπερ-αντιστάθμιση, overcoming => υπερνίκηση,