Greek Meaning of outmount
αποσυναρμολογώ
Other Greek words related to αποσυναρμολογώ
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of outmount
- outname => Εξωτερικό όνομα
- outness => η έξοδος
- outnoise => Θόρυβος εξωτερικού χώρου
- outnumber => υπερτερώ αριθμητικά
- out-of-body experience => εμπειρία έξω από το σώμα
- out-of-bounds => εκτός ορίων
- out-of-court settlement => Εξωδικαστικός συμβιβασμός
- out-of-date => ξεπερασμένο
- out-of-door => έξω από την πόρτα
- out-of-doors => _σε εξωτερικό χώρο_
Definitions and Meaning of outmount in English
outmount (v. t.)
To mount above.
FAQs About the word outmount
αποσυναρμολογώ
To mount above.
No synonyms found.
No antonyms found.
outmost => εξώτατο, outmoded => ξεπερασμένος., outmode => ξεπερασμένος, out-migration => μετανάστευση, outmeasure => Ξεπερνάω,