FAQs About the word nodder

κούνημα

One who nods; a drowsy person.

μπουλντόζα,κρεβατοβαγόνι,κοιμώμενος

άυπνος,σωλήνας ανύψωσης,ξυπνητήρι

nodded => έγνεψε, nodation => κολύμβηση, nodated => μη χρονολογημένο, nodal rhythm => Ρυθμός κόμβων, nodal => οζώδης,