FAQs About the word nightwalker

περιπατητής της νύχτας

terrestrial worm that burrows into and helps aerate soil; often surfaces when the ground is cool or wet; used as bait by anglers

Νυχτερινός ιππέας,υπνοβάτης,γυδοβός,νυχτοπούλι,θαμώνας νυχτερινών κέντρων,υπνοβάτης,τύπος της παμπ

πρωινό πουλί, πρωινό σκουλήκι

nighttime => νύχτα, night-stop => διανυκτέρευση, nightstick => ρόπαλο, nightspot => νυχτερινό κέντρο, night-sight => Νυχτερινή όραση,