FAQs About the word nightie

νυχτικό

lingerie consisting of a loose dress designed to be worn in bed by women

Νεγκλιζέ,Νεγκλιζέ,Νυχτικό,νυχτικό,Νυχτικό,πιτζάμες,φόρεμα,Νυχτερινό ποτό,νυχτικά,πιτζάμες

No antonyms found.

nighthawk => γυδοβός, nightgown => νυχτικό, night-faring => night-faring, nightfall => σούρουπο, night-eyed => νυχτόβλεπος,