Greek Meaning of naysaying
αρνητικός
Other Greek words related to αρνητικός
Nearest Words of naysaying
Definitions and Meaning of naysaying in English
naysaying (n)
the act of saying no to a request
FAQs About the word naysaying
αρνητικός
the act of saying no to a request
κριτικός,Κυνικός,αμφιβάλλον,μισάνθρωπος,απαισιόδοξος,σκεπτικιστής,ηττοπαθής,Κριτικός,ανδρόστυγη,αρνητής
αισιόδοξος,Ιδεαλιστής,Πόλυ Άννα,θετικιστής,συναισθηματικός
naysayer => επικριτής, nays => αρνητικές ψήφοι, nay => όχι, nawl => nawl, nawcwpns => ναυκοπνς,