Greek Meaning of mutual exclusiveness
αμοιβαίος αποκλεισμός
Other Greek words related to αμοιβαίος αποκλεισμός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of mutual exclusiveness
- mutual fund => Αμοιβαίο κεφάλαιο
- mutual fund company => Επενδυτική εταιρεία
- mutual inductance => Αμοιβαία επαγωγή
- mutual induction => Αμοιβαία επαγωγή
- mutual opposition => Αμοιβαία αντίθεση
- mutual resemblance => Αμοιβαία ομοιότητα
- mutual savings bank => αμοιβαία τράπεζα αποταμιεύσεως
- mutual understanding => Αμοιβαία κατανόηση
- mutualism => αμοιβαδισμός
- mutualist => αμοιβαίος
Definitions and Meaning of mutual exclusiveness in English
mutual exclusiveness (n)
the relation between propositions that cannot both be true at the same time
FAQs About the word mutual exclusiveness
αμοιβαίος αποκλεισμός
the relation between propositions that cannot both be true at the same time
No synonyms found.
No antonyms found.
mutual aid => αλληλοβοήθεια, mutual affection => Αμοιβαία στοργή, mutual => αμοιβαίος, muttony => αρνίσιο, muttonhead => Κοπρόσκυλο,