Greek Meaning of mountain mint
Βουνίσιο δυόσμο
Other Greek words related to Βουνίσιο δυόσμο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of mountain mint
- mountain maple => Σφενδάμι του βουνού
- mountain man => ορειβάτης
- mountain male fern => Αρρεναγγίδιο το ορεινό
- mountain lion => πούμα
- mountain lily => Κρίνο του βουνού
- mountain laurel => δάφνη των βουνών
- mountain lady's slipper => κυπρινούδι
- mountain hollyhock => Αλθαία η βουνίση
- mountain hemlock => Τσούγκα του βουνού
- mountain heath => Ρείκι
- mountain nyala => Νύαλα της οροσειράς
- mountain oak => Δρυς της ορεινής πεδιάδας
- mountain paca => Ορεινό πάκα
- mountain parsley fern => Μαϊντανός του βουνού
- mountain partridge => Ορεινή πέρδικα
- mountain pass => Ορεινό πέρασμα
- mountain peak => Κορυφή βουνού
- mountain phlox => Φλοξ των βουνών
- mountain pine => Pinus mugo
- mountain pride => Υπερηφάνεια του βουνού
Definitions and Meaning of mountain mint in English
mountain mint (n)
any of a number of perennial herbs of the genus Pycnanthemum; eastern North America and California
FAQs About the word mountain mint
Βουνίσιο δυόσμο
any of a number of perennial herbs of the genus Pycnanthemum; eastern North America and California
No synonyms found.
No antonyms found.
mountain maple => Σφενδάμι του βουνού, mountain man => ορειβάτης, mountain male fern => Αρρεναγγίδιο το ορεινό, mountain lion => πούμα, mountain lily => Κρίνο του βουνού,