FAQs About the word monosperm

Μονοσπερμικός

A monospermous plant.

No synonyms found.

No antonyms found.

monospaced font => Μονοδιάστατη γραμματοσειρά, monosomy => μονοσωμία, monosodium glutamate => γλουταμινικό μονονάτριο, monosepalous => Μονοφυής, monosemy => Μονοσημία,