Greek Meaning of mom
μητέρα
Other Greek words related to μητέρα
Nearest Words of mom
- mombasa => Μομπάσα
- mombin => Μομπίν (Spondias mombin)
- mombin tree => Μόμπιν
- mome => μητέρα
- moment => στιγμή
- moment magnitude scale => Κλίμακα μεγέθους ροπής
- moment of a couple => Ροπή ζεύγους
- moment of a magnet => Μαγνητική ροπή
- moment of inertia => Ροπή αδράνειας
- moment of truth => στιγμή της αλήθειας
Definitions and Meaning of mom in English
mom (n)
informal terms for a mother
FAQs About the word mom
μητέρα
informal terms for a mother
μητέρα,μαμά,μητέρα,αλλά,Μητέρα,μαμά,μαμά,Μητέρα,μητριάρχης,επιμελήτρια
No antonyms found.
molybdous => μολυβδένιος, molybdite => Μολυβδαίνιο, molybdic => μoλυβδένιο, molybdenum steel => Χάλυβας μολυβδαινίου, molybdenum => μολυβδαίνιο,