Greek Meaning of mitriform
μιτροειδής
Other Greek words related to μιτροειδής
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of mitriform
- mitrewort => μιτρεόφυλλο
- mitred => Σμιγμένος
- mitre joint => Γωνιακός σύνδεσμος
- mitre box => Ξυλοθήκη
- mitre => μίτρα
- mitral valve stenosis => Στένωση μιτροειδούς βαλβίδας
- mitral valve prolapse => Πρόπτωση μιτροειδούς βαλβίδας
- mitral valve => Μιτροειδής βαλβίδα
- mitral stenosis => Στένωση μιτροειδούς βαλβίδας
- mitral => μιτροειδής
Definitions and Meaning of mitriform in English
mitriform (a.)
Having the form of a miter, or a peaked cap; as, a mitriform calyptra.
FAQs About the word mitriform
μιτροειδής
Having the form of a miter, or a peaked cap; as, a mitriform calyptra.
No synonyms found.
No antonyms found.
mitrewort => μιτρεόφυλλο, mitred => Σμιγμένος, mitre joint => Γωνιακός σύνδεσμος, mitre box => Ξυλοθήκη, mitre => μίτρα,