FAQs About the word miscovet

φθηνός

To covet wrongfully.

No synonyms found.

No antonyms found.

miscount => λάθος καταμέτρησης, miscounsel => κακή συμβουλή, miscorrect => λάθος διόρθωση, miscopy => Λάθος αντιγραφής, miscontinuance => διακοπή,