Greek Meaning of mercaptopurine
Μερκαπτοπουρίνη
Other Greek words related to Μερκαπτοπουρίνη
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of mercaptopurine
- mercaptide => Θειόλη
- mercaptan => Μερκαπτάνη
- mercaptal => Μερκαπτάλη
- mercantilism => εμπορικισμός
- mercantile system => Εμπορικό σύστημα
- mercantile law => Εμπορικό δίκαιο
- mercantile establishment => εμπορική εγκατάσταση
- mercantile agency => Εμπορικός οργανισμός
- mercantile => εμπορικός
- mercalli scale => Κλίμακα Μερκάλι
Definitions and Meaning of mercaptopurine in English
mercaptopurine (n)
a drug (trade name Purinethol) that interferes with the metabolism of purine and is used to treat acute lymphocytic leukemia
FAQs About the word mercaptopurine
Μερκαπτοπουρίνη
a drug (trade name Purinethol) that interferes with the metabolism of purine and is used to treat acute lymphocytic leukemia
No synonyms found.
No antonyms found.
mercaptide => Θειόλη, mercaptan => Μερκαπτάνη, mercaptal => Μερκαπτάλη, mercantilism => εμπορικισμός, mercantile system => Εμπορικό σύστημα,