FAQs About the word menacingly

απειλητικά

in a menacing mannerIn a threatening manner.

κίνδυνος,απειλή,κίνδυνος,κίνδυνος,κίνδυνος,επικείμενο,παγίδα,παγίδα,παγίδα,πρόβλημα

Φύλακας,Προστασία,ασπίδα,Νοσοκομειακό τμήμα,λιμάνι,καταφύγιο,Υποχώρηση,προστασία,καταφύγιο,άσυλο

menacing => απειλητικός, menachem begin => Μεναχέμ Μπέγκιν, menaced => απειλούμενη, menace => απειλή, menaccanite => Μενακανίτης,