Greek Meaning of memorizer
αποστηθιστής
Other Greek words related to αποστηθιστής
Nearest Words of memorizer
Definitions and Meaning of memorizer in English
memorizer (n)
a person who learns by rote
FAQs About the word memorizer
αποστηθιστής
a person who learns by rote
μαθαίνω,Μελέτη,Κατανοώ,γνωρίζω,ανάκληση,θυμάμαι,διατηρώ,καταλαβαίνω,απορροφώ,αποδέχομαι
ξεχάσω,ξεμάθω,αδιαφορία,ξεχνώ,αμέλεια,παραβλέπω,προσπερνώ,ελαφρύ,θυμάμαι λάθος,μιλάω ασαφώς
memorized => απομνημονευμένος, memorize => Απομνημονεύω, memorization => Απομνημόνευση, memoriter => απ' έξω, memorist => μνημονικός,