Greek Meaning of melancholiness
μελαγχολία
Other Greek words related to μελαγχολία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of melancholiness
- melancholily => μελαγχολικός
- melancholic => μελαγχολικός
- melancholian => μελαγχολικός
- melancholiac => μελαγχολικός
- melancholia => Μελαγχολία
- melanagogue => Φάρμακο που προκαλεί μαύρες κενώσεις
- melanaemia => Μελαναιμία
- melampyrin => Μελαμπυρίνη
- melampsoraceae => melampsoraceae
- melampsora lini => Melampsora lini
- melancholious => μελαγχολικός
- melancholist => Μελαγχολικός
- melancholize => Μελαγχολώ
- melancholy => μελαγχολία
- melancholy thistle => Γαϊδουράγκαθο
- melanchthon => Μελάγχθων
- melanconiaceae => Melanconiaceae
- melanconiales => Μελαγκόλια
- melanerpes => Μελανέρπης
- melanerpes erythrocephalus => πύρρινος δρυοκολάπτης
Definitions and Meaning of melancholiness in English
melancholiness (n.)
The state or quality of being melancholy.
FAQs About the word melancholiness
μελαγχολία
The state or quality of being melancholy.
No synonyms found.
No antonyms found.
melancholily => μελαγχολικός, melancholic => μελαγχολικός, melancholian => μελαγχολικός, melancholiac => μελαγχολικός, melancholia => Μελαγχολία,