Greek Meaning of master bedroom
Κύρια κρεβατοκάμαρα
Other Greek words related to Κύρια κρεβατοκάμαρα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of master bedroom
- master class => μάστερ κλάς
- master copy => Κυρίως αντίγραφο
- master cylinder => Κύλινδρος
- master file => Κύριο αρχείο
- master in business => Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Επιχειρησιακής Διοίκησης (MBA)
- master in business administration => Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Επιχειρησιακής Διοίκησης (MBA)
- master in public affairs => Μεταπτυχιακό στη Δημόσια Διοίκηση
- master key => κύριο κλειδί
- master of architecture => Μεταπτυχιακό στην Αρχιτεκτονική
- master of arts => Μεταπτυχιακό δίπλωμα στις τέχνες
Definitions and Meaning of master bedroom in English
master bedroom (n)
the principal bedroom in a house; usually occupied by the head of the household
FAQs About the word master bedroom
Κύρια κρεβατοκάμαρα
the principal bedroom in a house; usually occupied by the head of the household
No synonyms found.
No antonyms found.
master => κύριος, masted => Ιστιοφόρος, mastectomy => μαστεκτομή, mastax => Μαστάξ, mastabah => μαστάμπα,