Greek Meaning of mass spectroscopy
Φασματοσκοπία μάζας
Other Greek words related to Φασματοσκοπία μάζας
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of mass spectroscopy
- mass spectroscopic => φασματοσκοπίας μάζας
- mass spectrometer => Φασματόμετρο μάζας
- mass spectrograph => Φασματογράφος μάζας
- mass rapid transit => Μαζική μεταφορά επιβατών
- mass production => Μαζική παραγωγή
- mass number => Αριθμός μάζας
- mass noun => Ουσιαστικό μάζας
- mass meeting => μαζική συνάντηση
- mass medium => Μέσο μαζικής ενημέρωσης
- mass hysteria => μαζική υστερία
- mass spectrum => Μάζα φάσματος
- mass unit => μονάδα μάζας
- mass. => μάζα
- massachuset => Μασαχουσέτη
- massachusetts => Μασαχουσέτη
- massachusetts bay => Κόλπος της Μασαχουσέτης
- massachusetts bay colony => Κολωνία Κόλπου Μασαχουσέτης
- massachusetts fern => Φτέρη της Μασαχουσέτης
- massachusetts institute of technology => Massachusetts Institute of Technology
- massacred => σφαγιασμένος
Definitions and Meaning of mass spectroscopy in English
mass spectroscopy (n)
the use of spectroscopy to determine the masses of small electrically charged particles
FAQs About the word mass spectroscopy
Φασματοσκοπία μάζας
the use of spectroscopy to determine the masses of small electrically charged particles
No synonyms found.
No antonyms found.
mass spectroscopic => φασματοσκοπίας μάζας, mass spectrometer => Φασματόμετρο μάζας, mass spectrograph => Φασματογράφος μάζας, mass rapid transit => Μαζική μεταφορά επιβατών, mass production => Μαζική παραγωγή,