Greek Meaning of lowerclassman
Φοιτητής κατώτερης τάξης
Other Greek words related to Φοιτητής κατώτερης τάξης
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of lowerclassman
- lower-class => κατώτερη τάξη
- lower-case letter => Μικρό γράμμα
- lowercase => πεζά γράμματα
- lower tunguska => Κάτω Τουνγκούσκα
- lower status => χαμηλότερο
- lower saxony => Κάτω Σαξονία
- lower respiratory tract smear => Επίχρισμα κατώτερου αναπνευστικού
- lower respiratory tract => Κάτω αναπνευστικό σύστημα
- lower respiratory infection => Λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος
- lower rank => Χαμηλότερος βαθμός
- lowered => μειωμένος
- lowering => χαμήλωμα
- loweringly => απογοητευτικά
- lower-middle-class => Κατώτερη μεσαία τάξη
- lowermost => κατώτερος
- lower-normandy => Κάτω Νορμανδία
- lower-ranking => κατώτερης κατάταξης
- lowery => χαμηλότερος
- lowest => ο χαμηλότερος
- lowest common multiple => Ελάχιστο κοινό πολλαπλάσιο
Definitions and Meaning of lowerclassman in English
lowerclassman (n)
an undergraduate who is not yet a senior
FAQs About the word lowerclassman
Φοιτητής κατώτερης τάξης
an undergraduate who is not yet a senior
No synonyms found.
No antonyms found.
lower-class => κατώτερη τάξη, lower-case letter => Μικρό γράμμα, lowercase => πεζά γράμματα, lower tunguska => Κάτω Τουνγκούσκα, lower status => χαμηλότερο,