Greek Meaning of line officer
αξιωματικός γραμμής
Other Greek words related to αξιωματικός γραμμής
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of line officer
- line of work => Τεχνική εργασίας
- line of vision => Οπτική ευθεία
- line of verse => Στίχος
- line of thought => Γραμμή σκέψης
- line of succession => Γραμμή διαδοχής
- line of sight => Οπτική γωνία
- line of scrimmage => Γραμμή γκολ
- line of saturn => γραμμή του Κρόνου
- line of reasoning => γραμμή συλλογισμού
- line of questioning => Γραμμή ερωτήσεων
- line one's pockets => γεμίζει τις τσέπες κάποιου
- line organisation => Γραμμική οργάνωση
- line organization => Γραμμική οργάνωση
- line personnel => Προσωπικό γραμμής
- line printer => Εκτυπωτής γραμμής
- line roulette => Ρουλέτα γραμμής
- line score => γραμμή βαθμολογίας
- line single => μονή γραμμή
- line spectrum => Φασμα γραμμής
- line squall => γραμμική ριπή
Definitions and Meaning of line officer in English
line officer (n)
a commissioned officer with combat units (not a staff officer or a supply officer)
FAQs About the word line officer
αξιωματικός γραμμής
a commissioned officer with combat units (not a staff officer or a supply officer)
No synonyms found.
No antonyms found.
line of work => Τεχνική εργασίας, line of vision => Οπτική ευθεία, line of verse => Στίχος, line of thought => Γραμμή σκέψης, line of succession => Γραμμή διαδοχής,