Greek Meaning of legal expert
νομικός εμπειρογνώμων
Other Greek words related to νομικός εμπειρογνώμων
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of legal expert
- legal duty => νομική υποχρέωση
- legal document => νομικό έγγραφο
- legal community => Νομική κοινότητα
- legal code => Νομικός κώδικας
- legal brief => Νομικό υπόμνημα
- legal blindness => Νομική τύφλωση
- legal assistant => νομικός βοηθός
- legal age => ενηλικίωση
- legal action => νομική ενέργεια
- legal => νόμιμο
- legal fee => Δικηγορικά τέλη
- legal fraud => Νομική απάτη
- legal guardian => Κηδεμόνας
- legal holiday => Επίσημη αργία
- legal injury => Νομικός τραυματισμός
- legal instrument => νομικό μέσο
- legal jointure => γαμήλια σύμβαση
- legal opinion => Νομική γνώμη
- legal ouster => νόμιμη έξωση
- legal philosophy => Φιλοσοφία του δικαίου
Definitions and Meaning of legal expert in English
legal expert (n)
a legal scholar versed in civil law or the law of nations
FAQs About the word legal expert
νομικός εμπειρογνώμων
a legal scholar versed in civil law or the law of nations
No synonyms found.
No antonyms found.
legal duty => νομική υποχρέωση, legal document => νομικό έγγραφο, legal community => Νομική κοινότητα, legal code => Νομικός κώδικας, legal brief => Νομικό υπόμνημα,