FAQs About the word lasses

μελάσσα

a young woman, sweetheart

πουλαδάκια,κορίτσια,κορίτσια,Κυρίες,Νύμφες,γυναίκες,Μπόμπι σόκερς,Νεαρές δεσποινίδες,κυρίες,νεράιδες

No antonyms found.

lashins => πάρα πολλοί, lashing (out) => μαστίγωμα (για), lashes => βλεφαρίδες, lashed (out) => ξέσπασε, επιτέθηκε, laser disc => Λέιζερ δίσκους,