Greek Meaning of intranquillity
ανησυχία
Other Greek words related to ανησυχία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of intranquillity
- intranet => Εταιρικό δίκτυο
- intramuscularly => ενδομυϊκώς
- intramuscular injection => Ενδομυϊκή ένεση
- intramuscular => ενδομυϊκός
- intramural => ενδοπανεπιστημιακός
- intramundane => κοσμικός
- intramolecular => ενδομοριακός
- intramercurial => ενδοϋδραργυρικός
- intramarginal => ενδοπεριθωριακός
- intralobular => ενδολοβιακός
- intranscalent => αμετάβλητος
- intransgressible => Απαγορευμένο
- intransigence => αδιαλλαξία
- intransigency => αδιαλλαξία
- intransigent => αδιάλλακτος
- intransigentes => ασυμβίβαστοι
- intransitive => αμετάβατος
- intransitive verb => Αμετάβατο ρήμα
- intransitive verb form => Ενδοτική μορφή ρήματος
- intransitively => αμετάβατος
Definitions and Meaning of intranquillity in English
intranquillity (n.)
Unquietness; restlessness.
FAQs About the word intranquillity
ανησυχία
Unquietness; restlessness.
No synonyms found.
No antonyms found.
intranet => Εταιρικό δίκτυο, intramuscularly => ενδομυϊκώς, intramuscular injection => Ενδομυϊκή ένεση, intramuscular => ενδομυϊκός, intramural => ενδοπανεπιστημιακός,