FAQs About the word intercoming

θυροτηλέφωνο

The act of coming between; intervention; interference.

No synonyms found.

No antonyms found.

intercombat => μάχη, intercom speaker => Μεγάφωνο εσωτερικής επικοινωνίας, intercom => ενδοεπικοινωνία, intercolumniation => μεσοκιόνιο, intercolumnar => Διακιονοστήλιο,