Greek Meaning of integropallial
ολοέγκαλον
Other Greek words related to ολοέγκαλον
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of integropallial
- integrity => ακεραιότητα
- integrator => Ενσωματωτής
- integrative => Ενοποιητικός
- integration => ενοποίηση
- integrating => ολοκληρώνοντας
- integrated logistic support => Ενσωματωμένη υλικοτεχνική υποστήριξη
- integrated data processing => Ενσωματωμένη επεξεργασία δεδομένων
- integrated circuit => Ολοκληρωμένο κύκλωμα
- integrated => ενσωματωμένο
- integrate => ενσωματώνω
Definitions and Meaning of integropallial in English
integropallial (a.)
Having the pallial line entire, or without a sinus, as certain bivalve shells.
FAQs About the word integropallial
ολοέγκαλον
Having the pallial line entire, or without a sinus, as certain bivalve shells.
No synonyms found.
No antonyms found.
integrity => ακεραιότητα, integrator => Ενσωματωτής, integrative => Ενοποιητικός, integration => ενοποίηση, integrating => ολοκληρώνοντας,