FAQs About the word instal

Definition not available

set up for use, put into an office or a position, place

εγκαινιάζω,εισάγω,αρχίζω,βαπτίζω,εγκαθιστώ,επενδύσετε,λαμβάνω,Κάθισμα,αποδέχομαι,ομολογώ

μπορώ,τερματισμός,εκφόρτιση,φωτιά,απολύω

instableness => αστάθεια, instable => ασταθής, instability => αστάθεια, instabilities => αστάθειες, inst => Ινστιτούτο,