FAQs About the word infectible

μολυσματικός

Capable of being infected.

No synonyms found.

No antonyms found.

infecter => μολυσματικός, infected => μολυσμένο, infeasibleness => Ανεφάρμοστοτητα, infeasible => ανέφικτος, infeasibility => μη σκοπιμότητα,