Greek Meaning of inertion
οκνηρία
Other Greek words related to οκνηρία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of inertion
- inertial reference frame => Αδρανειακό πλαίσιο αναφοράς
- inertial navigation system => Σύστημα αδρανειακής πλοήγησης
- inertial navigation => Αδράνειας πλοήγησης
- inertial mass => Αδράνεια μάζας
- inertial guidance system => Σύστημα αδρανειακής καθοδήγησης
- inertial guidance => Αδρανειακή καθοδήγηση
- inertial frame => Αδρανειακό πλαίσιο
- inertial => Αδράνεια
- inertia => αδράνεια
- inert gas => Αδρανές αέριο
Definitions and Meaning of inertion in English
inertion (n.)
Want of activity or exertion; inertness; quietude.
FAQs About the word inertion
οκνηρία
Want of activity or exertion; inertness; quietude.
No synonyms found.
No antonyms found.
inertial reference frame => Αδρανειακό πλαίσιο αναφοράς, inertial navigation system => Σύστημα αδρανειακής πλοήγησης, inertial navigation => Αδράνειας πλοήγησης, inertial mass => Αδράνεια μάζας, inertial guidance system => Σύστημα αδρανειακής καθοδήγησης,