Greek Meaning of in truth
στην αλήθεια
Other Greek words related to στην αλήθεια
- στην πραγματικότητα
- ειλικρινά
- ειλικρινά
- πράγματι
- πραγματικά
- πραγματικά
- απόλυτα
- ομολογουμένως
- Στην πραγματικότητα
- σίγουρα
- στην πραγματικότητα
- στην πραγματικότητα
- στην πραγματικότητα
- στην πραγματικότητα
- θετικά
- βέβαια
- ειλικρινά
- αληθέστατα
- αναμφίλεκτα
- αναμφίβολα
- ρεαλιστικά
- αναμφίβολα
- αναμφισβήτητα
- αληθινά
- πραγματικά
Nearest Words of in truth
Definitions and Meaning of in truth in English
in truth (r)
in fact (used as intensifiers or sentence modifiers)
FAQs About the word in truth
στην αλήθεια
in fact (used as intensifiers or sentence modifiers)
στην πραγματικότητα,ειλικρινά,ειλικρινά,πράγματι,πραγματικά,πραγματικά,απόλυτα,ομολογουμένως,Στην πραγματικότητα,σίγουρα
φαινομενικά,φαινομενικά,υποτίθεται,φαινομενικά,εξωτερικά,δήθεν,πιθανά
in transitu => κατά τη μεταφορά, in toto => στο σύνολό του, in time => εγκαίρως, in this => σε αυτό, in theory => θεωρητικά,