Greek Meaning of immunoglobulin m
Ανοσοσφαιρίνη M
Other Greek words related to Ανοσοσφαιρίνη M
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of immunoglobulin m
- immunoglobulin g => Ανοσοσφαιρίνη G
- immunoglobulin e => Ανοσοσφαιρίνη Ε
- immunoglobulin d => Ανοσοσφαιρίνη D
- immunoglobulin a => Ανοσοσφαιρίνη Α
- immunoglobulin => Ανοσοσφαιρίνη
- immunogenicity => Ανοσογονικότητα
- immunogenic => ανοσογόνος
- immunogen => ανοσογόνο
- immunofluorescence => ανοσοφθορισμός
- immunoelectrophoresis => ανοσοηλεκτροφόρηση
- immunohistochemistry => ανοσοϊστοχημεία
- immunologic => ανοσολογικό
- immunologic response => ανοσοαπόκριση
- immunological => ανοσολογικός
- immunological disorder => ανοσολογική διαταραχή
- immunologically => ανοσολογικά
- immunologist => ανοσολόγος
- immunology => Ανοσολογία
- immunopathology => Ανοσοπαθολογία
- immunosuppressant => Ανοσοκατασταλτικό
Definitions and Meaning of immunoglobulin m in English
immunoglobulin m (n)
one of the five major classes of immunoglobulins; involved in fighting blood infections and in triggering production of immunoglobulin G
FAQs About the word immunoglobulin m
Ανοσοσφαιρίνη M
one of the five major classes of immunoglobulins; involved in fighting blood infections and in triggering production of immunoglobulin G
No synonyms found.
No antonyms found.
immunoglobulin g => Ανοσοσφαιρίνη G, immunoglobulin e => Ανοσοσφαιρίνη Ε, immunoglobulin d => Ανοσοσφαιρίνη D, immunoglobulin a => Ανοσοσφαιρίνη Α, immunoglobulin => Ανοσοσφαιρίνη,