FAQs About the word igniter

αναπτήρας

a substance used to ignite or kindle a fire, a device for lighting or igniting fuel or charges or fires

φλογοβόλος,Ο θυσιάστης,φλεγμονώδης,αναπτήρας,Πυρομανής,Δάδα,εμπρηστής,εμπρηστής

No antonyms found.

ignited => Αναμμένο, ignite => ανάψω, ignitable => Εύφλεκτος, ignis fatuus => Σκιάχτρο, ignipotent => ignis,