Greek Meaning of idioplasm
Ιδιοπλάσμα
Other Greek words related to Ιδιοπλάσμα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of idioplasm
- idiophanous => Ιδιόφωνο
- idiopathy => ιδιοπαθής
- idiopathies => ιδιοπάθειες
- idiopathical => Ιδιοπαθής
- idiopathic thrombocytopenic purpura => Ιδιοπαθής θρομβοκυτταροπενική πορφύρα (ΙΘΠ)
- idiopathic hemochromatosis => Ιδιοπαθής αιμοχρωμάτωση
- idiopathic disorder => ιδιοπαθής διαταραχή
- idiopathic disease => Ιδιοπαθής νόσος
- idiopathic => ιδιοπαθής
- idiopathetic => ιδιοπαθής
- idioplasma => Ιδιοπλάσμα
- idiorepulsive => αποκρουστικός
- idiosyncrasies => ιδιοσυγκρασίες
- idiosyncrasy => Ιδιοσυγκρασία
- idiosyncratic => Ιδιοσυγκρασιακός
- idiosyncratical => Ιδιοσυγκρασιακός
- idiothermic => Ιδιοθερμικός
- idioticon => ιδιωματικό λεξικό
- iditarod => Ιντιταρόντ
- iditarod trail => Μονοπάτι Iditarod
Definitions and Meaning of idioplasm in English
idioplasm (n.)
Same as Idioplasma.
FAQs About the word idioplasm
Ιδιοπλάσμα
Same as Idioplasma.
No synonyms found.
No antonyms found.
idiophanous => Ιδιόφωνο, idiopathy => ιδιοπαθής, idiopathies => ιδιοπάθειες, idiopathical => Ιδιοπαθής, idiopathic thrombocytopenic purpura => Ιδιοπαθής θρομβοκυτταροπενική πορφύρα (ΙΘΠ),