Greek Meaning of honeymooner
νεόνυμφος
Other Greek words related to νεόνυμφος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of honeymooner
- honey-mouthed => μελιστάλακτος
- honeypot => Μελόχορτο
- honey-scented => με άρωμα από μέλι
- honeystone => Μελίπαστος
- honeysucker => Μελιδοφάγος
- honeysuckle => Αδράχτι
- honeysuckle family => Caprifoliaceae Juss.
- honeysuckled => αρωματισμένο με αρωματικό κισσό
- honey-sweet => Γλυκό σαν μέλι
- honey-tongued => Μελιστάλαχτος
Definitions and Meaning of honeymooner in English
honeymooner (n)
someone recently married
FAQs About the word honeymooner
νεόνυμφος
someone recently married
No synonyms found.
No antonyms found.
honeymoon resort => Θέρετρο μήνα του μέλιτος, honeymoon => Μήνας του μέλιτος, honeylike => σαν μέλι, honeyless => άνυδρος, honeying => γλυκό,